μεταλλικός
[metaliˈkos], μεταλλική, μεταλλικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- metallisch, Metall-μεταλλικόςμεταλλικός
- Mineral-μεταλλικόςμεταλλικός
Beispiele
- μεταλλικό δοχείοουδέτερο | Neutrum, sächlich nKonservenbüchseθηλυκό | Femininum, weiblich f
- μεταλλικό καπάκιουδέτερο | Neutrum, sächlich nKronkorkenαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- μεταλλικό νερόουδέτερο | Neutrum, sächlich nMineralwasserουδέτερο | Neutrum, sächlich nTafelwasserουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Beispiele ausblendenBeispiele anzeigen