μεμβράνη
[memˈvrani]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Membran(e)θηλυκό | Femininum, weiblich fμεμβράνη ανατομία | Anatomieανατ τεχνική | Technikτεχν φυσμεμβράνη ανατομία | Anatomieανατ τεχνική | Technikτεχν φυσ
- Folieθηλυκό | Femininum, weiblich fμεμβράνη ζελατίναμεμβράνη ζελατίνα