„κεφαλίδα“: θηλυκό κεφαλίδα [kjefaˈliða]θηλυκό | Femininum, weiblich f Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) Kopfzeile Kopfzeileθηλυκό | Femininum, weiblich f κεφαλίδα ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ κεφαλίδα ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ