εφαρμόζω
[efarˈmozo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- anwendenεφαρμόζω χρησιμοποιώ στην πράξηεφαρμόζω χρησιμοποιώ στην πράξη
- durchführenεφαρμόζω πραγματοποιώεφαρμόζω πραγματοποιώ
- übernehmenεφαρμόζω ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ ιδιότητεςεφαρμόζω ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ ιδιότητες
εφαρμόζω
[efarˈmozo]αμετάβατο ρήμα | intransitives Verb v/iÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)