„ερχόμενος“ ερχόμενος [erˈxomenos], ερχόμενη, ερχόμενοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) nächste, kommend nächste(r, s), kommend ερχόμενος ερχόμενος Beispiele την ερχόμενη εβδομάδα nächste Woche, in der kommenden Woche την ερχόμενη εβδομάδα