επιδεινώνομαι
[epiðiˈnonome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mpÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- sich verschlechternεπιδεινώνομαιεπιδεινώνομαι
- sich zuspitzenεπιδεινώνομαι οξύνομαιεπιδεινώνομαι οξύνομαι