επιγραφή
[epiɣraˈfi]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Überschriftθηλυκό | Femininum, weiblich fεπιγραφή τίτλοςεπιγραφή τίτλος
- Aufschriftθηλυκό | Femininum, weiblich fεπιγραφή σε επιστολή, πινακίδαεπιγραφή σε επιστολή, πινακίδα
- Inschriftθηλυκό | Femininum, weiblich fεπιγραφή χαραγμένηεπιγραφή χαραγμένη
- Beschriftungθηλυκό | Femininum, weiblich fεπιγραφή σε μνημείο, επιτάφια πλάκαεπιγραφή σε μνημείο, επιτάφια πλάκα