„επαίρω“: μεταβατικό ρήμα επαίρω [eˈpero]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) hissen hissen επαίρω σημαία επαίρω σημαία