δημοκρατία
[ðimokraˈtia]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Demokratieθηλυκό | Femininum, weiblich fδημοκρατία πολιτικό σύστημαδημοκρατία πολιτικό σύστημα
- Republikθηλυκό | Femininum, weiblich fδημοκρατία κράτοςδημοκρατία κράτος