απομίμηση
[apoˈmimisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- Imitationθηλυκό | Femininum, weiblich fαπομίμησηαπομίμηση
Beispiele
- απομίμηση γούναςPelzimitationθηλυκό | Femininum, weiblich f
- απομίμηση δέρματοςLederimitationθηλυκό | Femininum, weiblich f