αντιπροοδευτικός
[andiprooðeftiˈkos], αντιπροοδευτική, αντιπροοδευτικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- fortschrittsfeindlichαντιπροοδευτικόςαντιπροοδευτικός