αδρανής
[aðraˈnis], αδρανής, αδρανέςεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjÜbersicht aller Übersetzungen
(Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen)
- αδρανής
- trägeαδρανής τεμπέληςαδρανής τεμπέλης
- indifferentαδρανής χημεία | Chemieχημαδρανής χημεία | Chemieχημ