„ήμειλ“: ουδέτερο ήμειλ [ˈimeil]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Übersicht aller Übersetzungen (Für mehr Details die Übersetzung anklicken/antippen) E-Mail, Mail E-Mailθηλυκό και ουδέτερο | Femininum und Neutrum f/n ήμειλ Mailθηλυκό και ουδέτερο | Femininum und Neutrum f/n ήμειλ ήμειλ