Wörter auf Griechisch, die mit Ο beginnen
- ο ... ογκολόγος
- ογκομετρικός ... οδοντωτός
- οδοντόβουρτσα ... οικιακά
- οικιακός ... οικονομολογία
- οικονομολογικός ... οκνηρία
- οκνηρός ... ολκάδα
- Ολλανδή ... ολοφάνερος
- Ολυμπία ... ομηρία
- ομηρικός ... ομολογουμένως
- ομολογώ ... ομόφωνο
- ομόφωνος ... οντότητα
- ονόματι ... οπίσθια
- οπίσθιος ... οπτασία
- οπτική ... οργανωτής
- οργανωτικός ... ορθοδοντικός
- ορθοδοξία ... οριστική
- οριστικός ... ορτανσία
- ορτύκι ... οστό
- οσφραίνομαι ... Ουκρανικά
- ουκρανικός ... ουροσκοπία
- Ουρουγουάη ... οφσάιντ
- οχιά ... όζον
- όλα ... όπλο
- όποιος ... όστια
- όστρακο ... όψιμος